6.3.07

ΜΕΤΑΞΥ ΜΑΣ 7. Ο ΠΡΟΔΟΤΗΣ

Image Hosted by ImageShack.us

.
Η ταυτότητα του προδότη
Εμφάνιση: Φλεγομένης βάτου. Παλιά τον απεικόνιζαν με αγριεμένο μάτι, μαύρη χλαμύδα, γένια και very introspective. Ήταν το απόλυτο χαμένο κορμί. Τώρα, η εικόνα του διαλύθηκε. Φοράει από Αρμάνι μέχρι αμερικάνικα, μοιάζει από βουλευτής μέχρι loser.
Τι προδίδει: Τα πάντα. Το δάσκαλό του, τον εραστή του, τους φίλους του, το λόχο του, τον αδελφό του, τους Λακεδαιμόνιους, το πανκ, την πατρίδα.
Τι υπερπροδίδει: Τον εαυτό του.
Χειρονομίες ντροπής: Στα μυστικά δείπνα σκύβει τα μάτια. Στα φιλιά είναι ψυχρός. Ψιθυρίζει λόγια αγάπης που δεν καταλαβαίνει. Αυτοκτονεί (αργά ή μια κι έξω – αδιάφορο).
Γιατί προδίδει: Κυρίως για το χρήμα, συν όλες τις κυρίες των «τιμών» του: τη δόξα, την κραιπάλη, το ευ ζην. Προδίδει επίσης, κινημένος από μια επισφαλή libido, πεπλανημένος από μια καινούρια αγάπη ή ηττημένος από την πλήξη μιας παρατεταμένης συντροφιάς.
Βασικό χαρακτηριστικό του: Η απιστία. Η αγάπη του, η φιλία του, η αφοσίωσή του – έχουν τη ρίζα του ζιζάνιου. Ο πρώτος άνεμος τα ξεριζώνει. Περιπλανάται έτσι από αγκαλιά σε αγκαλιά, από λόμπι σε λόμπι, μονίμως ξένος, μονίμως εξοστρακισμένος – ακόμα και όσοι δέχονται τις εκδουλεύσεις του, ξέρουν ότι σύντομα θα τους πουλήσει και αυτούς για 30 αργύρια.
Πώς τιμωρείται: Είναι ίσως ο πιο μόνος άνθρωπος του κόσμου. Ποτέ κανείς δεν θα τον εμπιστευθεί – δεν θα γνωρίσει ούτε την άγρια συνενοχή που αισθάνονται μεταξύ τους οι δολοφόνοι.. Τα αισθήματά του, ένας έρμος κόσμος που χαλιέται.. Περιπλανιέται ανάμεσα στις ανθρώπινες ιδιότητες σαν ξένο σώμα.
Κι όμως, η προδοσία είναι η καθημερινή μας καραμέλα: Το ξέρω, δυστυχώς. Χιλιάδες προδοσίες μάς βαραίνουν. Προδότες μπαινοβγαίνουν σπίτι μας, μας στέλνουνε φιλιά από το τηλέφωνο, τρώνε το φαΐ μας, τρώνε τα χείλη μας. Κι εμείς προδίδουμε τα πιο ακριβά μας πρόσωπα – με ένα βλέμμα, ένα χάδι, ένα υπονοούμενο.
Γίνε πιο σαφής: Δεν γίνεται. Ένα μπορώ να πω: Ο προδότης είναι μαλάκας. Χάνει τα πάντα για ένα τίποτα. Και είναι τραγικός, γιατί νομίζει το αντίθετο (…)

Στάθης Τσαγκαρουσιάνος: Μοναξιές (Κάκτος, 1996)

3 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Με χίλια στανιά προσπάθησα ν' αγαπήσω τον εαυτό μου και να σκεφτώ τον Άνθρωπο σαν ένα στοίχημα αξιοπρέπειας.

Πώς;

Ορίζοντας εκ νέου τον Παράδεισο.

(Σ.Τ. - Μοναξιές)

Ανώνυμος είπε...

[...ή ηττημένος από την πλήξη μιας παρατεταμένης συντροφιάς.]


Υπάρχει βεβαίως και η ευτυχία του έρωτα, η ευτυχία της συνενοχής, των μοιρασμένων δοκιμασιών, η ευτυχία να ξεφεύγεις από τα όρια του εαυτού και να εγκαταλείπεσαι με πλήρη εμπιστοσύνη στον άλλον, αλλά είναι μια ευτυχία που φέρει εντός της το σπέρμα του ίδιου του αφανισμού της όταν εκφυλίζεται σε κυριακάτικη ηρεμία.

Φυσικά υπάρχει πάντα η δυνατότητα να εκθρονίσουμε τον άλλον από την περίοπτη θέση του, και με την υπερβολικά στενή συμβίωση να τον κάνουμε προβλέψιμο, τόσο οικείο όσο κι ένα έπιπλο ή ένα φυτό. Όμως πρόκειται για μια θλιβερή εξέλιξη. Και στους δεσμούς μας ταλαντευόμαστε ανάμεσα στο φόβο πως δεν ξέρουμε καθόλου τον άλλον και την απελπισία πως τον γνωρίζουμε υπερβολικά.

Η πρώτη πληγή που μας προκαλεί το αγαπημένο πρόσωπο, είναι τότε που μας φαίνεται πλούσιο από έναν ισχυρό, γοητευτικό δυναμισμό που αδυνατούμε να τον συλλάβουμε ή να τον παρακολουθήσουμε. Υπάρχει μια δεύτερη πληγή που γεννιέται από την άκρα διαφάνεια του υπερβολικά ανθρώπινου, υπερβολικά προβλέψιμου άλλου που, χάνοντας την αλαζονία, την αγριότητά του, έχασε ταυτόχρονα και κάθε θέλγητρο. Σε αυτό το πεδίο η νίκη δεν ξεχωρίζει πια από την πανωλεθρία και ταλαντευόμαστε μονίμως ανάμεσα στη βιαιότητα του αγνώστου και τη γαλήνη του πολύ γνωστού. Στην πρώτη περίπτωση ο άλλος μου ξεφεύγει κι εγώ προσπαθώ απεγνωσμένα να τον προλάβω, στη δεύτερη του ξεφεύγω εγώ, στο μέτρο που αυτός μου έχει γίνει προσιτός, ενταγμένος στην καθημερινότητα της ζωής μου. Είχα διαμελιστεί, απογειωθεί από τον ίδιο τον εαυτό μου, και να που συνέρχομαι, ξαναγίνομαι ακέραιος. Αλλά ανταλλάσσοντας την αδυναμία με την ασφάλεια, έχασα και έναν απαραίτητο αναταραγμό. Επειδή το πιο φρικτό απ’ όλα, είναι η επιβίωση του ζευγαριού σε μια κατάσταση ήρεμου αυτοματισμού.

Μόλις λύσω το βασανιστικό αίνιγμα που αντιπροσωπεύει για μένα ο άλλος, τον πεζοποιώ: για να πάψω να βασανίζομαι από την υπερβολική του απόσταση, τον έκανα τόσο οικείο μου, ώστε τώρα υποφέρω από την ενοχλητική του εγγύτητα. Χθες ακόμα τον ένιωθα απόντα ως και τη στιγμή της πιο έντονης σαρκικής συνάφειας, και ζούσα με τον τρόμο της εγκατάλειψης. Και να που έγινε προβλεπτός, σμικρυμένος σε ένα μηχανικό "αγάπη μου", ανίκανος πια να με εκπλήξει.

Εννοείται πως όλοι οι έρωτές μας δεν είναι δυστυχισμένοι, όμως όλοι τους στοιχειώνονται από το φάσμα της εξαφάνισής τους.

Συνεπώς δεν υπάρχει λύση για τον ερωτικό πόνο: σαν τους αϋπνικούς, αρκούμαστε να αλλάξουμε πλευρό, να αιωρούμαστε ανάμεσα στη θλίψη του χωρισμού και τη θλίψη της μονοτονίας, ανάμεσα στην ευτυχία της έντασης και την ευτυχία του εφησυχασμού. Δεν υπάρχει πάθος που να μην τρέφεται από την ανησυχία, και ο έρωτας δεν είναι παρά μια κατάσταση ευφορικής οδύνης, αβάσταχτη αλλά και θεϊκή συνάμα. Αυτό είναι το παράδοξό του: είναι μια αγωνία που γεννά τη χαρά, μια απολαυστική σκλαβιά, ένα εξαίσιο κακό που η εξαφάνισή του μας σκοτώνει.

Όποιος δεν διακινδυνεύσει να υποφέρει δεν θα μπορέσει ποτέ του να αγαπήσει.

Και μήπως ο πιο λεπτός ανατόμος των συμφορών του έρωτα και των συμφορών του μη-έρωτα δεν ήταν ένας άντρας, ο Μαρσέλ Προυστ; Κανένα φύλο δεν έχει το αποκλειστικό προνόμιο του θάμβους και της απελπισίας. Η πλήρης συναισθηματική μας προσήλωση σε ένα πλάσμα, συνεπάγεται αγωνιώδεις αβεβαιότητες όσο και χαρές.

Αγαπώ σημαίνει ζω μες στην αέναη συνύπαρξη του τρόμου και του θαύματος.
...

Πασκάλ Μπρυκνέρ - Ο Πειρασμός της Αθωότητας

Ανώνυμος είπε...

[Τι προδίδει: Τα πάντα. Το δάσκαλό του, τον εραστή του...]

Ο έρωτας του άλλου δεν είναι κάτι που το κερδίζω με την αξία μου, μου προσφέρεται δωρεάν σαν μια ανείπωτη χάρη. Το να θέλουμε να θεραπεύσουμε το συναίσθημα από τον ίδιο τον εαυτό του, από τη σκοτεινή πλευρά του, είναι σαν να θέλουμε να το στειρώσουμε. Με την ικανότητά της να μεταμορφώνει ένα τυχαίο πλάσμα σε "πλάσμα φυγής", (Προυστ), η καρδιά προσδίδει στο αγαπώμενο πρόσωπο, ακόμα και στο πιο ταπεινό, μια πληρότητα, ένα μεγαλείο που το ξεχωρίζει από τους κοινούς θνητούς. Χάρη στον έρωτά μου, το λατρεμένο πλάσμα γίνεται μια τρομακτική και ελεύθερη δύναμη που μάταια προσπαθώ να εξημερώσω. Όσο περισσότερο προσκολλώμαι σε αυτό, τόσο περισσότερο απομακρύνεται από μένα, τόσο πιο απρόσιτο γίνεται, αποκτά διαστάσεις ασύλληπτες.

Αγαπώ, σημαίνει παραχωρώ στον άλλον, με την πλήρη θέλησή μου, κάθε εξουσία επάνω μου, υποτάσσομαι στα καπρίτσια του, τίθεμαι κάτω από την κυριαρχία ενός δεσπότη ευμετάβολου όσο και γοητευτικού. Με μια λέξη του, με μια ανάλαφρη αλλαγή της συμπεριφοράς του ο αγαπημένος μπορεί να με ανεβάσει στα ουράνια ή να με ρίξει στα τάρταρα. Όταν δενόμαστε με εκείνον ή με εκείνην για τους οποίους δεν γνωρίζουμε πια τίποτα άλλο παρά μόνο πως λατρεύουμε, τοποθετούμαστε σε κατάσταση τρωτότητας, εμφανιζόμαστε γυμνοί, ανυπεράσπιστοι. Και στο μέτρο που οι σχέσεις μας με αυτό γίνονται όλο και πιο στενές, το αγαπημένο πλάσμα δεν μεταμορφώνεται μόνο σε έναν ξένο αλλά προπάντων αντιπροσωπεύει τη δυνατότητα τόσο της έκστασης όσο και της πτώσης.

Ακούγοντάς το, λατρεύοντάς το, περιμένοντάς το, υποτασσόμαστε σε μια τελεσίδικη ετυμηγορία: γινόμαστε αποδεκτοί ή απορριπτόμαστε. Από αυτόν λοιπόν που αγαπώ περισσότερο, μπορώ να φοβάμαι και το χειρότερο: ο χαμός ή η φυγή του θα μου απόκοβε ένα ουσιαστικό τμήμα του εαυτού μου.
[...]
Το φρικιαστικό στην ερωτική οδύνη, είναι πως τιμωρούμαστε επειδή αγαπώντας τον άλλον θελήσαμε ό,τι το καλό γι αυτόν. Δεν πληρώνουμε για ένα σφάλμα αλλά για μια μη αποδεκτή προσφορά.
...

Πασκάλ Μπρυκνέρ - Ο Πειρασμός της Αθωότητας